Πριν ρίξεις φόλα σκέψου το κοριτσάκι που ήμουν...

   «Μου μάθανε τόσα πολλά. Μου μάθανε να έχω αυτοεκτίμηση και να είμαι υπεύθυνος άνθρωπος. Μου μάθανε τι σημαίνει συμπόνια και αγάπη ανευ όρων. Με κάνανε να καταλαβαίνω και να ακούω χωρίς να υπάρχει φωνή γύρω μου. Να δέχομαι απόψεις και να σκέφτομαι πριν πράξω. Μου μάθανε τόσα. Μου μάθανε να είμαι ο εαυτός μου και πως αυτό δεν με εμποδίζει να κάνω τίποτα. Ήταν οι πιστοί μου φίλοι. Αυτοί που μου έμαθαν τι σημαίνει εμπιστοσύνη. Ακόμα είναι. Πάντα θα είναι. Και δεν θα βγάλω ούτε ένα από αυτά τα πλάσματα από το μυαλό και την καρδιά μου ποτέ

   «Όταν ακόμα ήμουν ένα μικρό ανθρωπάκι, γεμάτο περιέργεια, γεμάτο απορίες, ο μπαμπάς μου μου έφερε στο σπίτι ένα μαύρο βρώμικο γατάκι. Δεν είχε ίχνος λευκού πάνω του, ούτε καν γκρι,ούτε καφέ. Τίποτα. Ολόμαυρο,σκονισμένο,κουρασμένο και ταλαιπωριμένο από την βροχή. Το αγκάλιασα με τόση αγάπη και η μαμά μου δεν είναι από αυτές που λένε «Μην το ποιάνεις έχει μικρόβια». Ποτέ δεν ήταν έτσι. Μου δόθηκε η ευκαιρία,να το δω να μεγαλώνει,να αναπτύσεται. Μου δόθηκε η ευκαιρία να το ταΐσω και να το φροντίσω αμέτρητες φορές. Μέρα με τη μέρα το γατάκι γινόταν ένας υπέροχος γάτος, κι εγώ η μικρή του γατομαμά, που δεν άφηνα κανέναν να το πειράξει. Και ο γατούλης, έκανε βόλτες στην αυλή. Και όποτε έβγαινε από αυτή εγώ ανησυχούσα και έκλαιγα. Πάντα γύρναγε όμως. Γύρναγε με παρέα ή χωρίς, γύρναγε όμως. Έφερε στο σπίτι πολλά γατάκια που μεγάλωσαν και έκαναν δικά τους. Τότε, αφού όλα ήταν όμορφα, λίγο καιρό πριν γίνω έξι χρονών υιοθετήσαμε ένα σκυλάκι. Γκριφόν κανίς,μπεζ με λευκό. Τριών χρόνων τότε. Πόσο περίεργο ήταν που αγαπούσε όλα αυτά τα γατάκια! Ερχόταν μαζί μας όταν η μαμά, με πήγαινε στο νηπιαγωγείο και πολλές φορές έχει μπει καταλάθως μέσα σε αυτό! Το θυμάμαι τόσο καθαρά! Ο αγαπημένος μου Τίτο (το σκυλάκι που αναφέρω), με προστάτευσε. Καμιά φορά ο μπαμπάς μου έκανε ότι μου επιτίθεται για να δει την συμπεριφορά του. Γαύγιζε και λύσαγε με μανία, μέχρι να με αφήσει. Τότε ο μπαμπάς μου τον πλησίαζε και τον τάιζε. Έφυγε άδικα. Και η ιστορία του πριν έρθει στα χέρια μας ήταν τόσο άδικη. Τον κατασπαράξει άλλα σκυλιά, τον είχε πατήσει αυτοκίνητο. Να φανταστείς, ήταν τυχερός που τον υιοθετήσαμε. Βρίσκαμε χαριτωμένο που περπάταγε λίγο στραβά. Το 2011, έξι χρόνια από την ημέρα που τον υιοθετήσαμε, στις 11 Σεπτέμβρη, ο Τίτο πέθανε από φόλα. Με πλήγωσε πολύ αυτή η απώλεια μα περισσότερο η πράξη σου άνθρωπέ μου. Έκλαιγα για μέρες ολόκληρες. Για μήνες ολόκληρους. Έκλαιγα και μεγάλωνα μέσα μου ένα θυμό. Ένα θυμό μεγαλύτερο από την ηλικία μου. Πως μπορεί ένα μικρό παιδάκι να νιώθει μίσος στην ψυχούλα του; Σκέψου το εσύ άνθρωπέ μου που σκότωσες το σκυλάκι μου. Σιγά σιγά και μέρα με τη μέρα έβλεπα τόσα γατάκια να πεθαίνουν άδικα. Να έχουν σπασμούς, να τρέχουν δάκρια από τα γυαλιστερά και μεγάλα ματάκια τους. Κάθε φορά ένα κομμάτι της καρδιά μου έσπαγε και μεγαλώνοντας φοβόμουν τόσο στην απόκτηση ενός καινούριου τετράποδου φίλου. Δεν λυπήθηκες ούτε μια στιγμή αυτά τα πλάσματα. Τον εαυτό σου δεν τον λυπήθηκες; Αν τα παιδιά σου ήταν στην θέση ενός μικρού παιδιού, που χάνει το κατοικίδιο ζωάκι του, εξαιτίας κάποιου εγωιστή, πως θα ένιωθες; Οι γονείς μου ένιωσαν θυμό άνθρωπέ μου. Ένιωσαν θυμό και σου ευχήθηκαν τα χειρότερα άνθρωπέ μου. Απέκτησα κι άλλα ζωάκια αργότερα. Κανένα δεν αναπλήρωσε το κενό που μου άνοιξες. Θυμάμαι ακόμα τον Τίτο και τον Μαυρούλη. Θυμάμαι ακόμαι την Παρδαλή,τον Θωμά,την Μέλλη. Θυμάμαι..μετά από μερικά χρόνια βρήκα πέντε μικρά νεογέννητα γατάκια. Τα τρία έζησαν. Ήμουν μόλις δώδεκα χρονών άνθρωπέ μου και δεν κοιμόμουν τα βράδια για να τα ταΐζω. Κατάφερα να τα μεγαλώσω μόνη μου. Να τα φροντίσω. Ήταν το καλοκαίρι που τα παιδιά της γειτονιάς μου με φωνάζανε να βγω να παίξουμε και δεν έβγαινα, γιατι ο Ανέστης, η Φλωριάννα και ο Στέφανος πάθαιναν υποθερμίες, μακριά από την μαμά τους και έπρεπε να τα ζεσταίνω σε θερμοφόρα. Τα μεγάλωσα με κόπο. Σήμερα είναι τεσσάρων ετών γάτες και προσπάθησες να τα σκοτώσεις και εκείνα μία φορά. Δεν τα κατάφερες. Ήμουν πλέον αρκετά ενημερωμένη γι'αυτό. Την ίδια μέρα όμως σκότωσες το όμορφο Ροτβάιλερ του αδερφού μου. Πέταξες την φόλα σου, στα μπαλκόνια του σπιτιού μας. Γιατί άνθρωπέ μου, μας έδωσες τόση θλίψη; Γιατί σκοτώνεις τους φίλους μας , με τόσο μίσος; Γιατί είσαι τόσο κακός; Γιατί με αναγκάζεις να σε μισώ; Πριν λίγους μήνες σκότωσες τον Στέφανο, το ένα από τα τρία γατάκια που μεγάλωσα.  Τον βρήκα νεκρό και δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα. Την ίδια μέρα το μεσημέρι βρήκα τον Πατούσα. Έναν άλλο πορτοκαλί γατούλη, με περίεργα αυτιά και πραγματικά τεράστιες πατούσες για το μέγεθός του. Δεν ξέρω ακριβώς τι είδος γάτας ήταν αυτό, αλλά ήταν παράξενο και όμορφο. Δεν είχα ξαναδεί τέτοια γάτα ποτέ! Όταν τον βρήκα ήταν ήδη πολύ αργά. Δεν είχε τις αισθήσεις του, δεν μπορούσε να καταπιεί, τα μάτια του είχαν γίνει τρομερά μεγάλα και το άσπρο, μέσα τους είχε χαθεί. Ανέπνεε με διακοπές δέκα με δεκαπέντε δευτερολέπτων και πέθανε μερικά λεπτά αργότερα. Εγώ πλέον έχω τρία όμορφα και περήφανα Pitbull στο σπίτι μου. Έχω βρει το αντίδοτο της φόλας και περιμένω να βρω και εσένα που σένα που είσαι διατεθειμένος να την ρίξεις. Την επόμενη φορά να ξέρεις πως θα είμαι έτοιμη να σε αντιμετωπίσω. Θα κρύβω μια δύναμη στο ψυγείο μου. Την θειική ατροπίνη της οποίας η δοσολογία ποικίλει ανάλογα με τα κιλά του ζώου και το είδος του. Θα κρύβω τα χάπια Norrit στο ντουλάπι μου και το τηλέφωνο του κτηνιάτρου στο κινητό μου. Δεν θα καταφέρεις τίποτα. Ποτέ ξανά. Στο υπόσχομαι και είμαι το μικρό κοριτσάκι που πλήγωσες.»

 

Αθηνά Τσαγκούδη.